ισοθερμιδικός

ισοθερμιδικός
-ή, -ό
φυσιολ. χαρακτηρισμός δύο ή περισσότερων θρεπτικών ουσιών οι οποίες για ίσο βάρος παρέχουν τον ίδιο αριθμό θερμίδων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”